Πρόπτωση μήτρας-Σύγχρονη και αποτελεσματική θεραπεία
Aπό τον κ. Ευστράτιο Κιρμουτσέλη,
Μαιευτήρα-Γυναικολόγο, Συνεργάτη Μαιευτηρίου ΛΗΤΩ
Η πρόπτωση της μήτρας είναι η κάθοδος του τραχήλου και του σώματος της μήτρας μέσα στον κόλπο. Ακολουθεί η διαβάθμιση της πάθησης ανάλογα με τη βαρύτητα των περιπτώσεων, καθώς και τα αίτια, η συμπτωματολογία και οι τρόποι με τους οποίους μπορεί να θεραπευθεί αποτελεσματικά.
Πώς δημιουργείται και πού οφείλεται η πρόπτωση της μήτρας
Υπάρχουν τρεις βαθμοί πρόπτωσης: 1ου βαθμού, πρώτο τριτημόριο κόλπου, 2ου βαθμού, προβολή του τραχήλου στην είσοδο του κόλπου, και 3ου βαθμού, όπου ολόκληρη η μήτρα και τμήμα του κόλπου βρίσκονται έξω. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να υπάρξει αύξηση του μήκους του τραχήλου, μια κατάσταση που πολύ συχνά συγχέεται με τη μερική πρόπτωση της μήτρας (1ου βαθμού).Πρόπτωση της μήτρας μπορεί να επέλθει όταν εξασθενήσουν οι υποστηρικτικοί ιστοί, με αποτέλεσμα απώλεια της ικανότητας συγκράτησης της μήτρας.Τα αίτια ποικίλλουν. Γενικότερα, είναι αποτέλεσμα πυελικής χαλάρωσης, κατά την οποία μπορεί να συνυπάρχουν ουρηθροκήλη, κυστεοκήλη, εντεροκήλη και ορθοκήλη.Επειδή στη στήριξη της μήτρας συμβάλλουν οι σύνδεσμοί της και το πυελικό έδαφος, πρόπτωση μπορεί να συμβεί με κάκωση ή εξασθένηση του πυελικού εδάφους και χρόνια αύξηση της ενδοκοιλιακης πίεσης. Στην κάκωση ή εξασθένηση του πυελικού εδάφους μπορεί να συμβάλλουν ιδιοσυστατικοί παράγοντες ή τραύματα κατά τον τοκετό. Είναι πι-θανόν ακόμη να οφείλεται στην ύπαρξη πυελικών όγκων ή διαταραχών του ιερού νεύρου. Χρόνια αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης μπορεί να προκαλέσουν παθήσεις όπως η παχυσαρκία, η χρόνια βρογχίτιδα, η βρογχεκτασία, το άσθμα και η δυσκοιλιότητα. Επιπλέον, κατά την εμμηνόπαυση παρατηρείται ατροφία, η οποία συμβάλλει στη χαλάρωση του πυελικού εδάφους και συνεπώς στην πρόπτωση της μήτρας. Σπάνιες είναι οι περιπτώσεις κατά τις οποίες συγγενής πυελική χαλάρωση μπορεί να έχει ως επακόλουθο την πρόπτωση της μήτρας.
Τα συμπτώματα της πάθησης και η αντιμετώπισή της
Η γυναίκες που παρουσιάζουν πρόπτωση συνήθως διαμαρτύρονται για αίσθημαση και αιμορραγία από τις εξελκωμένες περιοχές της μήτρας ή του κολπικού τοιχώματος.Επιπλέον, μπορεί να παρουσιάζουν δυσουρία, υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις, ακράτεια από υπερπλήρωση, ενώ ως σύμπτωμα αναφέρεται και η συχνουρία. Η διάγνωση βασίζεται στην κλινική εξέταση. Η αντιμετώπιση του 2ου και 3ου βαθμού της πρόπτωσης της μήτρας είναι κυρίως χειρουργική, με πιο συνηθισμένη χειρουργική επέμβαση την κολπική υστερεκτομή με προσθιοπισθία κολποπερινεορραφία. Υπάρχει επίσης η δυνατότητα να γίνει και λαπαροσκοπικά υποβοηθούμενη κολπική υστερεκτομή, όπου μπορεί να αντιμετωπισθούν και άλλες καταστάσεις. Και στις δύο μεθόδους μπορεί να αντιμετωπισθεί και η τυχούσα ακράτεια των ούρων. Σε περίπτωση κατά την οποία υπάρχει μόνο επιμήκυνση του τραχήλου και η γυναίκα επιθυμεί μελλοντική κύηση, διατηρείται η μήτρα και αφαιρείται τμήμα του τραχήλου. Η συντηρητική θεραπεία συνίσταται συνήθως στην πρόληψη,με την αποφυγή ή τη θεραπεία όλων εκείνων των προδιαθεσικών παραγόντων που έχουν ως συνέπεια τη χαλάρωση του πυελικού εδάφους. Ιδιαιτέρως βοηθούν οι ασκήσεις αποκατάστασης πυελικού εδάφους συνήθως μετά τον τοκετό, καθώς και οι θεραπείες αντιμετώπισης παθολογικών καταστάσεων αυξημένης ενδοκοιλιακής πίεσης.Ορμονική θεραπεία υποκατάστασης ενδείκνυται σε γυναίκες μετεμμηνοπαυσιακής ηλικίας, ενώ σε περιπτώσεις αντενδείξεως χειρουργικής θεραπείας (μεγάλη ηλικία ή επιβαρυμένη κατάσταση) ενδείκνυται η τοποθέτηση κολπικών πεσσών.