Ψυχοσυναισθηματικές ανάγκες βρέφους - Η αλληλεπίδραση με τον γονέα
Γράφει η Χριστούλα Ζωρζιδάκη, Μαία Χειρουργείου ΛΗΤΩ
Η έρευνα σχετικά με την συμπεριφορική, ψυχική και κοινωνική ανάπτυξη του βρέφους και την αντιληπτική του ικανότητα έχει εξελιχθεί αρκετά τα τελευταία χρόνια. Πλέον γνωρίζουμε ότι το νεογνό διαθέτει ανεπτυγμένες αισθητηριακές ικανότητες και παρουσιάζει μεγάλο εύρος συμπεριφορών, καθώς αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του.
Ήδη από την περίοδο της εγκυμοσύνης, οι έντονες κινήσεις του εμβρύου σε συνδυασμό με την απάντηση της μητέρας είναι μια πολύ πρώιμη μορφή της αλληλεπίδρασης μητέρας – παιδιού, που συμβάλλει σημαντικά στη δημιουργία του δεσμού ανάμεσά τους.
Η πρώιμη στενή επαφή μεταξύ του γονέα και του νεογνού αμέσως μετά τη γέννηση επηρεάζει την κοινωνική, ψυχική και γνωστική ανάπτυξη του παιδιού αργότερα στη ζωή του και συμβάλλει σημαντικά στη δημιουργία δεσμού, ο οποίος επιτυγχάνεται μέσω της εξοικείωσης των γονέων με το νεογνό και αντίστροφα. Η άμεση οπτική επαφή, το άγγιγμα, το χαμόγελο, η ομιλία με ψιθύρους ή νοήματα, συμμετέχουν στην εξοικείωση αυτή. Η επαφή δέρμα με δέρμα γονέων – νεογνού μπορεί να διεγείρει τα συναισθήματα αγάπης για το νεογέννητο και να ενισχύσει την ευαισθησία των γονέων για ανταπόκριση στις ανάγκες του. Επιπλέον, ο θηλασμός, σύμφωνα με έρευνες, οδηγεί στη δημιουργία ασφαλέστερου δεσμού ανάμεσα στη μητέρα και το νεογνό σε σύγκριση με τα νεογνά που δεν θήλασαν.
Από τα πρώτα λεπτά της γέννησής τους, τα υγιή νεογνά έχουν τη βιολογική ικανότητα να δείχνουν σήματα για τα συναισθήματα τους στα άτομα που τα φροντίζουν και οι γονείς με τη σειρά τους είναι έτοιμοι να ανταποκριθούν σε αυτά. Σε βρέφη 6 μηνών παρατηρήθηκαν εκφράσεις χαράς, όπως ευχάριστες φωνές ή νοήματα, όταν κοίταζαν τη μητέρα τους. Οι αντιδράσεις αυτές του βρέφους διεγείρουν τους γονείς να ανταποκριθούν με ένα φάσμα οπτικών, ακουστικών και απτικών απαντήσεων, οργανώνοντας παράλληλα το μοτίβο αλληλεπίδρασης μεταξύ τους. Ειδικότερα, οι περισσότερες μητέρες μπορούν να διακρίνουν τα συναισθήματα χαράς, φόβου, θυμού, έκπληξης, θλίψης στα βρέφη τους ακόμα και στην ηλικία του ενός μήνα και χρησιμοποιούν, αντίστοιχα, εκφράσεις του προσώπου, φωνές ή κινήσεις για να ανταποκριθούν σε αυτά. Η αντίληψη και η ερμηνεία των σημάτων και των συναισθημάτων των βρεφών, καθώς και η κατάλληλη ανταπόκριση σε αυτά, αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη μιας ασφαλούς σχέσης ανάμεσα στους γονείς και το βρέφος.
Οι νέοι γονείς αισθάνονται ανασφάλεια και αναζητούν σημάδια από το βρέφος ότι η συμπεριφορά τους και η φροντίδα που του παρέχουν είναι σωστή. Οι αντιδράσεις του βρέφους προσφέρουν μια διαρκή επιβεβαίωση για τις ικανότητές τους και τους καθοδηγούν για τον τρόπο που πρέπει να αλληλεπιδράσουν με αυτό. Η εγρήγορση και η άμεση οπτική επαφή με τους γονείς αμέσως μετά τη γέννηση, το χαμόγελο, το θετικό αντανακλαστικό δραγμού (π.χ. να πιάνει καλά το δάχτυλο του γονέα) και η ένδειξη ότι το βρέφος αναγνωρίζει τους γονείς του και τους προτιμά είναι συμπεριφορές που επιβεβαιώνουν τις ικανότητες των γονέων, οπότε ευνοείται η δημιουργία του δεσμού γονέων - βρέφους.
Τα βρέφη επιθυμούν και επιδιώκουν να διατηρήσουν την εγγύτητα με το άτομο που τα φροντίζει και να συμμετέχουν σε αλληλεπιδράσεις που προσφέρουν αμοιβαία ευχαρίστηση και θετικά συναισθήματα. Χρησιμοποιούν τις εκφράσεις, το σώμα και τη φωνή τους με σκοπό να προσελκύσουν την προσοχή του ατόμου που τα φροντίζει, περιμένοντας να ανταποκριθεί με ανάλογο τρόπο. Όταν, όμως, οι προσπάθειες για αλληλεπίδραση αποτυγχάνουν, τα βρέφη προσπαθούν να ελέγξουν τα αρνητικά τους συναισθήματα και να ηρεμήσουν μόνα τους. Η συσσώρευση επιτυχών αλληλεπιδράσεων δημιουργεί ένα θετικό συναισθηματικό πυρήνα στο βρέφος και μια θετική εικόνα για τον εαυτό του, αισθάνεται ότι το άτομο που αλληλεπιδρά είναι αξιόπιστο και, παράλληλα, τίθενται τα θεμέλια για την υγιή κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη του βρέφους.