Ρινική Αποσυμφόρηση-Εξασφαλίστε...ανάσες ζωής
Γράφει ο Σωτήρης Παπουλιάκος,
Ωτορινολαρυγγολόγος, Επιμελητής Παίδων ΜΗΤΕΡΑ
Η ρινική συμφόρηση είναι μια πολύ συχνή κατάσταση, η οποία, αν και δεν είναι απειλητική για τη ζωή, επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την ποιότητά της, ενώ αποτελεί προδιαθεσικό παράγοντα για την εμφάνιση πιο σημαντικών και επικίνδυνων παθήσεων. Ποια είναι τα αίτιά της και πώς μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε;
Η απόφραξη της ρινός (μπούκωμα της μύτης) αποτελεί ένα από τα πιο κοινά συμπτώματα για τα οποία ένας ασθενής επισκέπτεται τον ιατρό. Η μύτη εξυπηρετεί τον άνθρωπο στην αίσθηση της όσφρησης, στη λειτουργία της αναπνοής, στη διαμόρφωση της χροιάς της φωνής, ενώ δρα και προστατευτικά. Αποτελεί την αρχή του αναπνευστικού συστήματος και παίζει σημαντικό ρόλο στην αναπνοή, γι’ αυτό η ύπαρξη φυσιολογικής ρινικής αναπνοής είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη φυσιολογική πνευμονική λειτουργία. Ο βλεννογόνος της μύτης ρυθμίζει το ρεύμα του αέρα και συντελεί στην προπαρασκευή του, θερμαίνοντας, εφυγραίνοντας και καθαρίζοντάς τον. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ασχέτως της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος, ο αέρας όταν διέρχεται από το τέλος της μύτης έχει ζεσταθεί στους 32-34οC. Σε περίπτωση όπου η μύτη αποφραχτεί, το αποτέλεσμα είναι η κατάργηση όλων των ανωτέρω λειτουργιών: ανοσμία, αλλαγή της χροιάς της φωνής, επηρεασμός των αφτιών, στοματική αναπνοή. Η τελευταία προκαλεί ξηρότητα των χειλέων και του στόματος, φαρυγγίτιδα, λαρυγγίτιδα και συντελεί σε διαταραχές του αερισμού των πνευμόνων, σε ερεθισμό και σε φλεγμονές του κατώτερου αναπνευστικού. Επίσης, με τη χρόνια ρινική απόφραξη συνδέονται ανωμαλίες της συγκλείσεως των οδόντων, διαταραχές στον ύπνο και κατά συνέπεια ευερεθιστότητα, κόπωση και διαταραχή της συγκέντρωσης.
Τι την προκαλεί
Τα αίτια που προκαλούν ρινική απόφραξη μπορούν γενικά να διαιρεθούν σε δύο κατηγορίες:
- Σε αυτά που προκαλούν μεταβολές (οίδημα - διόγκωση) του βλεννογόνου της ρινός. Τέτοια είναι οι διάφορες ρινίτιδες. Πιο συχνή, κυρίως στους χειμερινούς μήνες, είναι η ιογενής και η βακτηριακή ρινίτις. Σε αυτές το έκκριμα είναι κιτρινωπό ή πρασινωπό, παχύρευστο ή και πυώδες και το αίτιο είναι η μόλυνση είτε από τους συνήθεις ιούς είτε από μικροβιακή επιμόλυνση. Σημαντική επίπτωση παρατηρείται και από την αλλεργική ρινίτιδα, η οποία διακρίνεται σε εποχική και σε ετήσια. Σε αυτήν την περίπτωση, η ρινόρροια είναι διαυγής και λεπτόρρευστη (από τη μύτη τρέχει υγρό σαν νερό), ενώ συνοδεύεται από κνησμό, συνεχόμενα και επαναλαμβανόμενα πταρνίσματα και από κνησμό στους οφθαλμούς.
- Σε ανατομικές ανωμαλίες, όπως η σκολίωση του ρινικού διαφράγματος, οι πολύποδες της ρινός, η ατρησία της ρινικής χοάνης, ενώ το πιο συχνό αίτιο στα παιδιά είναι η υπερτροφία των αδενοειδών εκβλαστήσεων. Η διάγνωση στηρίζεται στη λήψη ενός ενδελεχούς ιστορικού και στην κλινική εξέταση, ενώ η διενέργεια παρακλινικών και απεικονιστικών εξετάσεων εξαρτάται από τα αρχικά ευρήματα. Ρόλο-κλειδί στη διάγνωση διαδραματίζει η ενδοσκόπηση της ρινός, η οποία στα παιδιά διενεργείται με το λεπτό και εύκαμπτο ενδοσκόπιο. Με την ενδοσκόπηση παρατηρούνται από κοντά ο ρινικός βλεννογόνος κι οι πιθανές ανατομικές ανωμαλίες και επισκοπούνται το μέγεθος και η σύσταση των αδενοειδών εκβλαστήσεων. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι η εξέταση είναι δυναμική, δηλαδή εκτιμώνται, υπό καταγραφή σε βίντεο, σε πραγματικό χρόνο εισπνοής και εκπνοής η ροή του αέρα, η κίνηση της βλέννης και τα σημεία απόφραξης. Επιπλέον, καθιστά περιττή τη λήψη ακτινογραφιών, οι οποίες ορισμένες φορές παραπλανούν αλλά και εκθέτουν τα παιδιά σε ακτινοβολία.
Η θεραπεία
Όπως είναι αντιληπτό, η θεραπεία, εξαρτάται από την αιτιολογία και χωρίζεται σε συντηρητική και σε χειρουργική. Η συντηρητική θεραπεία συνίσταται στην καταπολέμηση της φλεγμονής, είτε αυτή είναι αλλεργική είτε φλεγμονώδης. Τα επιμέρους φάρμακα εξαρτώνται από το πιθανολογούμενο αίτιο και συνήθως είναι ρινικά αποσυμφορητικά, τοπικές σταγόνες ή σπρέι με κορτικοστεροειδή, αντιισταμινικά και από του στόματος αντιβιοτικά. Ανεξαρτήτως αιτίου, το πρώτο, πιο σημαντικό και πιο κοντά στη φυσιολογία θεραπευτικό μέτρο είναι η χρήση διαλυμάτων φυσιολογικού ορού. Στόχος είναι η απομάκρυνση των λιμναζουσών πηχτών εκκρίσεων και η αποκατάσταση του βλεννογόνου και της λειτουργίας των κροσσών της μύτης και των παραρρινίων κοιλοτήτων. Τα υπέρτονα ιδίως διαλύματα φυσιολογικού ορού ξεπλένουν και απομακρύνουν τους περισσότερους από τους ρύπους ή τα αλλεργιογόνα της ατμόσφαιρας, τα οποία προκαλούν την παραγωγή βλέννης, οιδήματος, πταρμού και κνησμού. Επίσης, καλό είναι η χρήση των τοπικών σταγόνων να γίνεται μετά τη ρινόπλυση, ώστε
αυτές να επιδρούν επί του βλεννογόνου και όχι επί της καλύπτουσας αυτόν βλέννας. Σημαντικό είναι να τονιστεί ότι τα ρινικά σπρέι δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται μακροχρόνια, γιατί η υπερβολική χρήση τους, ενώ στην αρχή οδηγεί σε άρση της συμπτωματολογίας, στη συνέχεια προκαλεί εθισμό και τελικά φαρμακευτική ρινίτιδα. Η χειρουργική αντιμετώπιση συνίσταται στην αφαίρεση των αδενοειδών εκβλαστήσεων (αδενοτομή), αφού τα συντηρητικά μέτρα αποτύχουν. Συνοψίζοντας, η ρινική συμφόρηση είναι μια πολύ συχνή κατάσταση, η οποία, αν και δεν είναι απειλητική για τη ζωή, επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την ποιότητά της, την ποιότητα εργασίας, την κοινωνικότητα και την επίδοση στο σχολείο, ενώ αποτελεί προδιαθεσικό παράγοντα εμφάνισης πιο σημαντικών και επικίνδυνων παθήσεων.