Υπογονιμότητα-Οι πιθανές αιτίες και οι αναγκαίες εξετάσεις
Γράφει ο Χρήστος Γ. Τσίντζος, Μ.D.
Μαιευτήρας - Γυναικολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης ΛΗΤΩ
Είναι αρκετά τα ζευγάρια που, ενώ προσπαθούν να τεκνοποιήσουν, δεν τα καταφέρνουν στο χρονικό διάστημα που ιατρικά θεωρείται εύλογο. Στις περιπτώσεις αυτές είναι απαραίτητο να διερευνηθούν διάφοροι παράγοντες. Ποιοι είναι αυτοί και ποιες είναι οι εξετάσεις που πρέπει να γίνουν;
Ως υπογονιμότητα ορίζεται η αδυναμία να επιτευχθεί εγκυμοσύνη έπειτα από προσπάθεια ενός χρόνου χωρίς κανένα μέτρο αντισύλληψης και με ικανοποιητικό αριθμό συχνότητας επαφών ανά μήνα. Διακρίνεται σε πρωτοπαθή, στην οποία δεν υπήρξε στο παρελθόν καμία εγκυμοσύνη, και σε δευτεροπαθή, στην οποία υπήρξε εγκυμοσύνη στο παρελθόν. Το ποσοστό υπογονιμότητας για τις γυναίκες σήμερα είναι 7%-28%, με μέσο όρο 13% για γυναίκες μέχρι την ηλικία των 40 ετών. Για ένα φυσιολογικά γόνιμο ζευγάρι με συχνές επαφές ανά μήνα, η πιθανότητα σύλληψης είναι 20%-25%, με μέγιστο ποσοστό το 34%. Ένα τέτοιο ζευγάρι, με την ηλικία της γυναίκας έως 25 ετών, θα έχει επιτύχει σύλληψη κατά 60% σε 6 μήνες και κατά 85% σε 1 χρόνο. Με τη γυναίκα στην ηλικία των 35 χρόνων, οι πιθανότητες σύλληψης σε 1 χρόνο είναι 60% και 85% σε 2 χρόνια.
Οι αιτίες και η αντιμετώπιση
Η υπογονιμότητα μπορεί να οφείλεται σε γυναικείο παράγοντα, σε ανδρικό ή σε συνδυασμό και των δύο. Κατά την προσέγγιση ενός υπογόνιμου ζευγαριού, είναι βασικό να λαμβάνονται υπόψη η ηλικία της γυναίκας, η διάρκεια της υπογονιμότητας του ζευγαριού και τα αίτιά της. Για να τεθεί η διάγνωση του προβλήματος με σκοπό τη βέλτιστη θεραπεία, θα πρέπει να διερευνηθούν οι παρακάτω παράγοντες:
- Η παθολογία των σαλπίγγων ευθύνεται για το μεγαλύτερο ποσοστό υπογονιμότητας στις γυναίκες λόγω πυελικής φλεγμονής, ενδομητρίωσης και μετεγχειρητικών συμφύσεων. Ο γονόκκοκος και τα χλαμύδια είναι τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα που αποτελούν κύρια πηγή σαλπιγγικής νόσου. Για την αξιολόγηση της διαβατότητας και της αρχιτεκτονικής των σαλπίγγων, οι διαθέσιμες διαγνωστικές μέθοδοι είναι η υστεροσαλπιγγογραφία και η λαπαροσκόπηση. Με την υστεροσαλπιγγογραφία, που γίνεται την 7η με 11η ημέρα του κύκλου, αξιολογούνται η ενδομητρική κοιλότητα, η διαβατότητα των σαλπίγγων και η ύπαρξη περικωδωνικών συμφύσεων. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου η υστεροσαλπιγγογραφία δείχνει φραγμό, ενώ οι σάλπιγγες είναι τελείως φυσιολογικές. Ειδικότερη και ταυτόχρονα πιθανή θεραπευτική μέθοδος αξιολόγησης της ενδομητρικής κοιλότητας είναι η υστεροσκόπηση. Σε περιπτώσεις παθολογίας του ενδομητρίου, όπως διαφράγματα, πολύποδες και ινομυώματα, η επεμβατική υστεροσκόπηση είναι η ενδεδειγμένη διαγνωστική και θεραπευτική προσέγγιση.Η λαπαροσκόπηση είναι μια μικρή χειρουργική επέμβαση, κατά την οποία ο γιατρός βλέπει με τη βοήθεια κάμερας το εσωτερικό της κοιλιάς. Με αυτήν τη μέθοδο, μπορεί να διαγνώσει προβλήματα στις σάλπιγγες, τις ωοθήκες, το εξωτερικό της μήτρας, συμπεριλαμβανομένης της ενδομητρίωσης. Αν και η λαπαροσκόπηση δεν θεωρείται αρχική εξέταση ελέγχου γονιμότητας -αφού είναι μια μικρή χειρουργική επέμβαση- μπορεί να ωφελήσει γυναίκες που έχουν παθολογική υστεροσαλπιγγογραφία ή μεγάλη πιθανότητα για ενδομητρίωση ή ανεξήγητη υπογονιμότητα.
- Για τη μελέτη ύπαρξης ωοθυλακιορρηκτικών κύκλων, η διάρκεια του κύκλου, η βασική θερμοκρασία του σώματος στο μέσον του κύκλου, η προγεστερόνη αίματος την 21η μέρα του κύκλου και το διακολπικό υπερηχογράφημα είναι οι κύριοι τρόποι για να διερευνηθεί η καλή λειτουργία των ωοθηκών. Σε γυναίκες ηλικίας 20-40 ετών, που έχουν διάρκεια κύκλου 25-35 ημέρες, προσδιορίζεται ότι έχουν ωοθυλακιορρηξία 15 μέρες προ της έμμηνου ρύσεως σε ποσοστό 90%-95% των περιπτώσεων Όταν ο κύκλος της γυναίκας διαρκεί 28 ημέρες και η τιμή προγεστερόνης στο αίμα είναι μεγαλύτερη των 5ng/ml, θεωρείται ότι η γυναίκα έκανε ωορρηξία στο συγκεκριμένο κύκλο (και προφανώς σε κάθε κύκλο εφόσον η περίοδός της έρχεται κανονικά). Με το διακολπικό υπερηχογράφημα έχουμε τη δυνατότητα μελέτης του αναπτυσσόμενου ωοθυλακίου από την 4η μέρα του κύκλου μέχρι και πριν από την ωορρηξία, όπου φτάνει σε μέγεθος τα 20-25mm. Η ύπαρξη μικρής ποσότητας υγρού στο δουγλάσσειο υποσημαίνει πρόσφατη ωοθυλακιορρηξία.
- Για την παράλληλη διερεύνηση του ανδρικού παράγοντα, πέρα από τη λήψη ενός καλού ιστορικού και τη φυσική εξέταση, η μελέτη του σπέρματος με σπερμοδιάγραμμα και η καλλιέργεια σπέρματος έπειτα από 3-4 ημέρες αποχής, είναι η μέθοδος εκλογής για διερεύνηση τυχόν ανωμαλιών του αριθμού, της κινητικότητας και της μορφολογίας των σπερματοζωαρίων. Σε περίπτωση μείωσης της συγκέντρωσης των σπερματοζωαρίων, μικρότερη από 5Χ106 ανά ml, ο ενδοκρινολογικός έλεγχος με μέτρηση FSH – LH και τεστοστερόνη είναι αναγκαίος. Ο έλεγχος του καρυοτόπου μπορεί να χρειαστεί σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις. Η αποτυχία σύλληψης σε ένα ζευγάρι δεν θα πρέπει να δημιουργεί καταστάσεις πίεσης και άγχους. Η διερεύνηση τυχόν υπογονιμότητας θα πρέπει να γίνεται ανάλογα με την ηλικία της γυναίκας έπειτα από ένα εύλογο χρονικό διάστημα, με μεθοδικό και διεξοδικό τρόπο, και το ζευγάρι να αντιμετωπίζεται ως μια ενιαία οντότητα.