Καλοήθεις Παθήσεις του Μαστού και Αντιμετώπιση
Από τον κ. Αντώνιο Χαρλαύτη,
Χειρουργό Μαστού, Συνεργάτη Κέντρου Μαστού Μαιευτηρίου «Λητώ»
Οι καλοήθεις παθήσεις του μαστού είναι η συχνότερη αιτία, μεγαλύτερη του 90%, προσέλευσης των γυναικών στον κλινικό ιατρό. Η διάγνωση θα τεθεί κατ’ αρχάς με την κλινική εξέταση, τη μαστογραφία και το υπερηχογράφημα.
Ο μαστός, αποτελούμενος από αδενικό και στηρικτικό ιστό, μπορεί να παρουσιάσει αλλαγές – διαφοροποιήσεις, οι οποίες προκαλούν συμπτώματα στις γυναίκες. Οι πιο συχνές καλοήθεις καταστάσεις είναι: οι ινοκυστικές αλλαγές (ινοκυστική μαστοπάθεια), οι κύστεις, τα καλοήθη ογκίδια και οι φλεγμονές του μαστού.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων τα τυπικά ευρήματα συμπτώματα περιλαμβάνουν τις κύστεις, τις οζώδεις περιοχές και περιοχές των μαστών με σκληρία, πάχυνση, ευαισθησία ή και πόνο.
Οι κύστεις συχνά μεγαλώνουν σε μέγεθος και γίνονταιεπώδυνες λίγο πριν την έλευση της εμμήνου ρύσεως, αποτέλεσμα των ορμονικών αλλαγών κατ’ αυτήν τη περίοδο.
Οι κύστεις του μαστού γενικά γίνονται πιο έκδηλες λίγο πριν από την περίοδο. Μετά τη διάγνωσή τους μπορεί να γίνει εκκενωτική παρακέντηση και αποστολή του υγρού για κυτταρολογική εξέταση, πράξη που συνήθως απαλλάσσει τη γυναίκα από το πρόβλημα.
Τα ινοαδενώματα είναι καλοήθη ογκίδια που δημιουργούνται και από τον αδενικό και από τον στηρικτικό ιστό του μαστού. Είναι συχνότερα σε γυναίκες από 20 έως 40 ετών, μπορούν όμως να βρεθούν σε οποιαδήποτε ηλικία.
Συνήθως η περιφέρειά τους είναι ομαλή, το περίγραμμά τους σαφές και είναι κινητά, δηλαδή με την ψηλάφηση δίνεται η εντύπωση ότι μετακινούνται. Μαστογραφικά και υπερηχογραφικά η διάγνωσή τους είναι εύκολη. Συνήθως μετά από μία αρνητική κυτταρολογική εξέταση κατόπιν παρακεντήσεως αφήνουμε τη γυναίκα σε παρακολούθηση και σπάνια προχωράμε σε ανοικτή χειρουργική βιοψία. Σε περιπτώσεις ταχείας αύξησης του μεγέθους ή αλλαγής των χαρακτηριστικών τους κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης αποφασίζουμε τη αφαίρεση τους.
Οι φυλλοειδείς όγκοι είναι συνήθως καλοήθεις (σπάνια όμως και κακοήθεις) και μοιάζουν με τα ινοαδενώματα. Μετά τη διαγνωστική υποψία, θεραπευτικά προβαίνουμε σε χειρουργική αφαίρεση μαζί με τον περιβάλλοντα αυτά υγιή μαζικό αδένα (περίπου 2 cm), λόγω της αυξημένης πιθανότητας υποτροπής στη “γειτονιά” της περιοχής της εξαιρέσεως. Χαρακτηριστικό τους η ταχεία αύξηση του μεγέθους των.
Τα ενδοπορικά θηλώματα, που συνήθως ευρίσκονται στους γαλακτοφόρους πόρους κοντά στη θηλή, είναι καταστάσεις που χρειάζονται χειρουργική αφαίρεση, λόγω της πιθανότητας εξαλλαγής σε κακοήθη θηλώδη νεοπλάσματα. Κύριο σύμπτωμά τους η αιματηρή ρύση από τη θηλή. Συχνά ανιχνεύονται υπερηχογραφικά.
Η μαστίτις είναι μικροβιακή φλεγμονή του μαστού, που συνήθως αφορά γυναίκες οι οποίες θηλάζουν ή έχουν λύση της συνεχείας του δέρματος, κυρίως κοντά στη θηλή. Εκδηλώνεται με οίδημα, ερυθρότητα, θερμότητα της περιοχής, συνοδεύεται δε από πόνο και γενικά συμπτώματα, όπως πυρετό και κακουχία. Θεραπεύεται με αντιβιοτική αγωγή. Μερικές φορές χρειάζεται να επέμβουμε χειρουργικά, κυρίως για να παροχετεύσουμε κάποιο απόστημα που δημιουργήθηκε. Συμπτώματα παρόμοια με την μαστίτιδα μπορεί να παρουσιάσει και ο φλεγμονώδης καρκίνος του μαστού.
Η πορεκτασία είναι η διεύρυνση των μεγάλων γαλακτοφόρων πόρων, απασχολεί δε ηλικίες μεταξύ 40 και 60 ετών. Το πιο συχνό σύμπτωμα είναι το έκκριμα από τη θηλή με χρώμα σκούρο πράσινο, μαύρο και κολλώδους σύστασης. Μπορεί να υπάρχει και ευαισθησία πέριξ της θηλής. Συνήθως δεν προτείνουμε θεραπευτική αγωγή.
Θεραπεία των ινοκυστικών αλλαγών του μαστού ή «ινοκυστικής μαστοπάθειας», είναι η θεραπεία του συμπτώματος. Σε ένα ποσοστό των επώδυνων κύστεων η εκκενωτική παρακέντηση ανακουφίζει τη γυναίκα. Μερικές γυναίκες αναφέρουν υποχώρηση των ενοχλητικών συμπτωμάτων μετά την αποφυγή λήψεως ή καταχρήσεως κάποιων ουσιών (καπνού, καφέ, οινοπνεύματος, γαλακτοκομικών προϊόντων). Πολλοί ιατροί πιστεύουμε ότι αξίζει η προσπάθεια να αποφύγει η γυναίκα τις ουσίες αυτές, αν και επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι δεν υπάρχει σημαντική βελτίωση στη συμπτωματολογία. Το ίδιο ισχύει και για την προτεινόμενη μείωση της χρήσης αλατιού στο φαγητό, ή και τη λήψη διουρητικών φαρμάκων.